- ἰσχυροτάτου
- ἰσχῡροτάτου , ἰσχυρόςstrongmasc/neut gen superl sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ίψος — Αρχαίαπόλη της Φρυγίας. Το καλοκαίρι του 301 π.Χ. δόθηκε κοντά στην Ι. ονομαστή μάχη ανάμεσα στον στρατό του ισχυρότατου στρατηγού Αντίγονου και στις δυνάμεις των βασιλιάδων Κάσσανδρου, Λυσίμαχου, Σέλευκου και Πτολεμαίου. Οι τελευταίοι… … Dictionary of Greek
στέφανος — I Όνομα αγίων της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ο πρώτος και πιο γνωστός από τους επτά διακόνους, που είχαν εκλεχτεί για να υπηρετούν τις Αγάπες της πρώτης Εκκλησίας, στην Ιερουσαλήμ. Διακρινόταν για τη μεγάλη του χριστιανική δράση, αλλά… … Dictionary of Greek
Βιδίνιο ή Βιντίν — (Vidin). Πόλη (57.614 κάτ. το 2001) της βορειοδυτικής Βουλγαρίας, χτισμένη στη δεξιά όχθη του Δούναβη. Το Β. έχει ποτάμια επικοινωνία με τη Ρουμανία, τη Σερβία, την Ουγγαρία, την Τσεχοσλοβακία και την Αυστρία και συνδέεται σιδηροδρομικά με το… … Dictionary of Greek
Ελ Σαλβαδόρ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ελ Σαλβαδόρ Έκταση: 21.041 τ. χλμ Πληθυσμός: 6.178.700 κάτ. (2003) Πρωτεύουσα: Σαν Σαλβαδόρ (504.000 κάτ. το 2003)Κράτος της Κεντρικής Αμερικής. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γουατεμάλα και στα Α με την Ονδούρα, ενώ στα… … Dictionary of Greek
Ελισάβετ — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Αγία από τη φυλή του Λευί, μητέρα του αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή. Ήταν συγγενής της Θεοτόκου και σύζυγος του ιερέα Ζαχαρία. Σύμφωνα με την παράδοση, αν και η Ε. δεν μπορούσε να τεκνοποιήσει και… … Dictionary of Greek
Ιουδίθ ή Ιουδείθ — Βιβλικό πρόσωπο. Εβραία ηρωίδα που απελευθέρωσε την πόλη της Βετελούας από την πολιορκία των Ασσυρίων. Όταν στα χρόνια των Κριτών o Ολοφέρνης, βασιλιάς των Ασσυρίων, έφτασε επικεφαλής ισχυρότατου στρατού στην πεδιάδα Εσδρελών και πολιόρκησε την… … Dictionary of Greek
Καζάν — (Kazan).Πόλη (1.101.000 κάτ. το 2000) της Ρωσίας, πρωτεύουσα της αυτόνομης δημοκρατίας της Ταταρίας. Είναι χτισμένη σε μία από τις δύο κύριες διακλαδώσεις της τεράστιας τεχνητής λίμνης Κουιμπίσεφ, η οποία έχει σχηματιστεί με την κατασκευή… … Dictionary of Greek